ΝΕΟΧΩΡΙ ΠΕΡΙΣΤΑΣΗΣ
0Ι Ρ I Ζ Ε Σ της ΘΡΑΚΗΣ
( Σύμφωνα με τις μαρτυρίες του πατέρα μου Παν. Παρασχάκη )
Ο
πατέρας μου Παναγιώτης Παρασχάκης γεννήθηκε στο Νεοχώρι της περιοχής
Περιστάσεως και Μυριοφύτου το 1909. Το Νεοχώρι βρίσκεται στον κεντρικό
δρόμο που συνδέει την Καλλίπολη με την Κεσσάνη και την Κων/πολη μέσω
Ραιδεστού. Απέχει (με τα πόδια) 2 ώρες από την Περίσταση και 7 ώρες από
την Καλλίπολη. Το παλιό όνομα είναι Γενίκιοϊ (που σημαίνει καινούριο
χωριό). Κτισμένο στους πρόποδες του όρους Καλαί. Οι κάτοικοι πριν το
1914 ήταν 689 και ήταν όλοι Έλληνες. Το χωριό είχε 3 μαχαλάδες. Ο ένας
ήταν της εκκλησίας ( Προφ. Ηλίας ), ο άλλος του σχολείου και των
καφενείων και ο τρίτος της βρύσης και ενός μεγάλου πλάτανου. Μετά το
σπίτι του παππού (Αθ. Παρασχάκη) ήταν τα σπίτια του Παράσχου Παρασχάκη
και του Κωνσταντή Παρασχάκη (πατέρας της Μαριώς Δαούτη) που ήταν τα
τελευταία.
Παναγιώτης Παρασχάκης-Μαρία Χρυσοπούλου και Αθανάσιος Παρασχάκης |
Η
γιαγιά μου Χρυσομάλλω Παρασχάκη (γυναίκα του Θανάση Παρασχάκη) ήταν το
γένος Μουτάφη. Ο πατέρας της ήταν κατασκευαστής σάκων λινάτσας και
διατηρούσε κατάστημα στην Κεσσάνη. Είχε μεγάλη περιουσία. Μητέρα της
ήταν η Σουλτάνα, η οποία ήταν πολύ ωραία γυναίκα, αλλά χήρεψε νέα και
είχε 3 κορίτσια. Τη γιαγιά μου ,τη Διαλεχτή (πρώτη γυναίκα του Γιώργου
Ταβερνάρη που είχαν παιδιά το Θόδωρο Ταβερνάρη και την Άννα Μαργέλη) και
ένα μικρό.
Ανάμεσα
στο Νεοχώρι και Περίσταση ήταν ένας λόφος πάνω στον οποίο υπήρχε
τουρκικό φυλάκιο (Μπεκλεμέ), γιατί στο Καντίκιοϊ ήταν τουρκικές αρχές
(σταθμός χωροφυλακής) που εισέπρατταν τους φόρους. Πολλές φορές τους
είχαν ληστέψει και εγκατέστησαν το φυλάκιο για προστασία.
Οι
κύριες ασχολίες των κατοίκων ήταν η γεωργία και η κτηνοτροφία. Τα
κυριότερα προϊόντα ήταν το σιτάρι, κριθάρι, βρώμη, καλαμπόκι, κούσουτο
(σπόρος σα φακή) και σε μεγάλες ποσότητες κουκιά, σουσάμι και γλυκάνισο.
Επίσης καλλιεργούσαν και πολλά αμπέλια από τα οποία έβγαζαν πολύ κρασί.
Συγκεκριμένα ο παππούς μου είχε 4 στρέμματα αμπέλι. Έτρεφαν βοοειδή και
γιδοπρόβατα (5-6 κοπάδια). Υπήρχε και τυροκομείο στο χωριό. Μέχρι των
Αγ. Αποστόλων το γάλα το έκαναν φέτα και βούτυρο, ενώ μετά το έκαναν όλο
τουλουμοτύρι σε κανονικά τουλούμια. Ερχόταν έμποροι από
Κωνσταντινούπολη και τα αγόραζαν. Στην Περίσταση, Μυριόφυτο και
Ηρακλείτσα καλλιεργούσαν αποκλειστικά δέντρα. Πουλούσαν όλων των ειδών
τα φρούτα, μεταξύ των οποίων και τσίτσιβα. Είχαν πολλά αμπέλια και
κρασιά, τα οποία αγόραζαν έμποροι από την Κωνσταντινούπολη. Στην
Περίσταση που ήταν εμπορικό κέντρο υπήρχε και ανεμόμυλος.
Ο
παππούς είχε θεριστική μηχανή που την έσερναν άλογα. Αλώνιζαν με
ντουκάνες με πέτρες. Είχαν 2 ντουκάνες στο αλώνι. Μάζευαν το άχυρο μαζί
με το σπόρο και μετά το λίχνιζαν γιατί είχε πολύ αέρα στην περιοχή. Για
να φτιάξουν το αλώνι έριχναν χώμα με άχυρο και νερό και μετά το πατούσαν
οπότε γίνονταν σα τσιμέντο και στη συνέχεια έριχναν τα στάχυα. Αλώνια
είχαν σχεδόν όλο τον Ιούλιο. Όλοι γενικώς οι χωριανοί είχαν αρκετά
κτήματα. Ο παππούς είχε 220 στρέμματα στον κάμπο και 4 στρέμματα αμπέλι.
Πανηγύριζαν
του Αγ. Αθανασίου και του Προφήτη Ηλία. Του Αγ. Αθανασίου 2 οικογένειες
αγόραζαν ένα μοσχάρι, το έσφαζαν και μοίραζαν φαγητό σε όλους. Το
εκκλησάκι ήταν 2,5 ώρες μακριά από το χωριό. Ανεβαίνοντας για το Καλαί
είχε βράχους με διάφορα σχήματα. Ένας είχε σχήμα κοπέλας. Στο εκκλησάκι
υπήρχαν πολλά λευκάδια. Λένε ότι εκεί πρέπει να ήταν κρυμμένος θησαυρός.
Τις
γιορτές τα κορίτσια του χωριού έκαναν κούνια στο μεγάλο τον πλάτανο που
ήταν κοντά στη βρύση. Στις αρχές του 1922, πριν φύγουν για την Ελλάδα,
κυκλοφόρησε το δημοτικό τραγούδι "Αρχοντογυιός" και το τραγουδούσαν στη
βρύση η Βασιλοπούλα Χατζάκη, Διαμαντούλα Βαβαϊτη και τα άλλα κορίτσια
του χωριού. Από το όρος Καλαί που ήταν χαμηλό αγνάντευε κανείς τα
παράλια της Μ. Ασίας.
Στις
27/7/1911 έγινε μεγάλος σεισμός. Σκοτώθηκαν 6-7 άτομα. Μεταξύ αυτών οι
γυναίκες του Κωνσταντή και του Παράσχου. Η πρώτη έβγαλε έξω τη Μαριώ
(Δαούτη), μπήκε να πάρει και το Γιωργάκη και τους πλάκωσε και τους δύο
το σπίτι. Το τρίτο παιδί τους ο Αρχοντής μαζί με τον πατέρα του ήταν
στην Κων/πολη. Η δεύτερη πήγαινε στη βρύση και στάθηκε δίπλα σε ένα
τοίχο για να ...προφυλαχθεί, έπεσε ο τοίχος και την πλάκωσε. Πιθανόν το
ρήγμα να περνούσε μέσα από το χωριό γιατί όπως έλεγε η γιαγιά μου η γη
είχε σχιστεί και κουνιόταν για αρκετές ημέρες.
Τα
τρία καθαρά ελληνικά χωριά της περιοχής εκείνης Νεοχώρι, το Γιουλτζίκ
(δηλ. Λιμνίσκη, ήταν το χωριό της γιαγιάς Σουλτανιώς) και το Γιάγαξ
(δηλ. Καλό δέντρο) πρέπει να δημιουργήθηκαν στο τέλος του 15ου
αιώνα. Τότε διώχθηκαν οι Χριστιανοί από την πεδιάδα του Μέλανα ποταμού
και σχημάτισαν αυτά τα ορεινά χωριά. Στις αρχές και στο τέλος του 17ου
αιώνα Έλληνες από Πελοπόννησο, Ήπειρο, Θεσσαλία, Μακεδονία,
καταπιεζόμενοι από Τούρκους, Αλβανούς και ληστές εγκαθίστανται στην Α.
και Δ. Θράκη. Σύμφωνα με διασταυρωμένα στοιχεία το 1873 στην ευρύτερη
περιοχή Καλλίπολης υπήρχαν 12.286 Τούρκοι και 42.401 Χριστιανοί. Νότια
της Ανδρ/λης έως Καλλίπολη και ανατολικά έως Κων/λη, καθώς και στον
άξονα Κων/πολης-Καλλίπολης ήταν έντονη η παρουσία του Ελληνικού
στοιχείου. Τα παράλια κατοικούνταν αποκλειστικά από Έλληνες αλλά και στο
εσωτερικό υπήρχε συμπαγής Ελληνικός αγροτικός πληθυσμός.
Εξορίστηκαν
το 1914 στο Βυζίρ Χάνι (κοντά στην Προύσα) 567 κάτοικοι του χωριού και
επέστρεψαν το 1918 μόνο 275. Από την Περίσταση τους μετέφεραν με πλοίο
στον τόπο εξορίας. Όλο το χωριό, το Γιουλτζίκ (Λιμνίσκη) και το Γιάγαξ
(Καλό δέντρο) που ήταν και τα τρία καθαρά ελληνικά τα εξόρισαν, επειδή
στα Δαρδανέλια γίνονταν φοβερές μάχες στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο και οι
Τούρκοι φοβόταν πολύ τους Έλληνες, μήπως βοηθήσουν τους αντιπάλους τους.
Οι Νεότουρκοι για τις εξορίες προφασίζονταν την άρνηση στράτευσης των
Ελλήνων καθώς και τις συχνές λιποταξίες. Από το 1914-18 από την
περιφέρεια Μυριόφυτου εκτοπίστηκαν 4060 Έλληνες, ενώ τα χρόνια 1915-16
από όλη την Α. Θράκη εξορίστηκαν περίπου 150.000.
Τον
Ιούνιο του 1920 απελευθερώθηκε προσωρινά η Α. Θράκη από τον Ελληνικό
Στρατό, αλλά τον Οκτώβριο του 1922 ανακαταλήφθηκε από τους Τούρκους και
ακολούθησε τον ίδιο μήνα ο ξεριζωμός.
Πρόεδρος
του χωριού τελευταία ήταν ο Αναγνώστης Καλαμαράς (σύζυγος της
Ευαγγελινής, πατέρας του Χρίστου & Γιωργάκη), ενώ σα συντονιστή της
όλης διαδικασίας του επαναπατρισμού ορίσανε το Λιόντα Καλαμαρά. Πήραν
παπλώματα, κάπες, σκεύη, ψωμί, αλεύρι και τα φόρτωσαν στου Αρσένη το
κάρο. Τις παραμονές τα παιδιά έσπαζαν τις πόρτες, άνοιγαν κάνουλες από
βαρέλια λαδιών, κρασιού. Αραδιάστηκαν τα κάρα στη σειρά και οι μεγάλοι
κοίταζαν το χωριό και έκλαιγαν. Πέρασαν τον 'Εβρο με βάρκες, Αλεξ/λη,
Λουτρό και κατέληξαν στην περιοχή Κομοτηνής στο Τσελεμπίκιο και
Καρατζάκιο (Αρχοντικά και Άρατος αντίστοιχα). Εκεί δούλευαν στους
Τούρκους. Οι αρχές επιτάξανε τα σιτάρια και τα μοίραζαν στους πρόσφυγες.
Ένας μπέης αντέδρασε και το βράδυ τον σκότωσαν. Πλούσια μέρη αλλά
υπέφεραν από ελονοσία και έφυγαν τον Οκτώβρη του 1923 για Κοζάνη. 2-3
οικογένειες έμειναν γιατί είχαν καπνά. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Γιώργος
Σπαθάρας (πατέρας του Αρχοντή). Η γυναίκα του η Ταρσίτσα Παρασχάκη, Β'
εξαδέλφη του πατέρα μου.
Ορισμένοι
έμειναν στην περιοχή Κοζάνης. Οι υπόλοιποι ξεκίνησαν για την Ομαλή
Κοζάνης. Μέχρι τη Νεάπολη πήγαν με αυτοκίνητο και μετά συνέχισαν με ζώα.
Στην Ομαλή τους έδωσαν λίγο σιτάρι και χωράφια. Το Φθινόπωρο του 1924
πήγαν στην Πεπονιά. Οι Τούρκοι είχαν φύγει αρχές του 1924 και έκαναν
προσωρινή διανομή. Οι Τούρκοι δεν ξέραν τουρκικά. Ήταν Έλληνες που
αλλαξοπίστησαν επί Αλή Πασά. Οι Τούρκοι που μέναν στην Πεπονιά και στην
Κιβωτό λέγεται ότι ήταν πολύ φανατισμένοι. Αν συναντούσαν κάποιον Έλληνα
δύσκολα γλύτωνε και γι αυτό απέφευγαν να περνούν από τα μέρη αυτά.
Μείναν
σε προσωρινά καταλύματα. Ένα δωμάτιο διέθεσαν για κάθε οικογένεια. Στη
μέση αφήναν χώρο για τα γεννήματα. Ο πατέρας μου έκτισε το σπίτι το
1932. Παντρεύτηκε τέλη Δεκεμβρίου του 1936. Ο Αρσένης πέθανε από
πνευμονία στις 7-1- 1937.
Το 1985 μερικοί χωριανοί όπως οι Καλαμαράδες, η Βασιλική Παπαγγελή κόρη της Μαριώς και Σίμου Δαούτη επισκέφθηκαν το Νεοχώρι. Κάθησαν στο καφενείο και τους είπε ο Τούρκος, του οποίου οι γονείς έφυγαν από τη Δράμα, ότι αυτό το καφενείο ήταν του Δαούτη. Στη συνέχεια τους έδειξαν το σπίτι του Βασίλη Δαούτη. Τους έδωσαν οι δικοί μας καφέδες και άλλα δώρα και οι Τούρκοι τους φέρθηκαν εγκάρδια.
ΑΡΣΕΝΗΣ ΠΑΡΑΣΧΑΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου